- φρυνίδες
- (Bufonidae). Οικογένεια άνουρων αμφίβιων της υπόταξης των προκοίλων. Η διαφορά μεταξύ βατράχων και Φ. είναι ότι οι δεύτεροι ζουν περισσότερο στην ξηρά και λιγότερο στο νερό. Οι Φ. είναι εξάλλου περισσότερο εξελιγμένη οικογένεια από τα άλλα είδη των προκοίλων. Τα ζώα της οικογένειας αυτής δεν έχουν δόντια και η γλώσσα τους, που είναι στερεωμένη στο μπροστινό μέρος του στόματος, είναι τόσο ευκίνητη, ώστε μπορούν ταχύτατα να συλλαμβάνουν έντομα. Τα ζώα αυτά έχουν έναν αδένα με πολύ ισχυρό δηλητήριο. Υπάρχουν πάνω από 150 είδη Φ. που ζουν σε όλο τον κόσμο εκτός από την Αυστραλία, την Πολυνησία και τη Μαδαγασκάρη. Γνωστότερα είδη είναι ο φρύνος ο κοινός, που ζει στην Ευρώπη, ο νηκτοφρυνοειδής, είδος αφρικανικό, ο ρινόφρυνος που ζει στο τροπικό Μεξικό και η βερνερία, που ζει στην Αφρική. Ο φρύνος ο κοινός (bufo bufo ή bufo vulgaris) είναι αμφίβιο. Λέγεται κοινός για να διακριθεί από συγγενή είδη, έχει χερσαίες συνήθειες, εκτός από την περίοδο της αναπαραγωγής: την εποχή αυτή, δηλαδή στις αρχές της άνοιξης, αρσενικοί και θηλυκοί συναντώνται στις ζώνες με νερό όπου γίνεται η εναπόθεση 4.000-7.000 αβγών, ενωμένων σε μακριά ζελατινώδη κορδόνια, τα οποία προσκολλώνται σε υδρόβια φυτά. Μολονότι ο φρύνος αυτός είναι ο μεγαλύτερος από τα άλλα άνουρα (το θηλυκό έχει μέσο μήκος 12 εκ.), οι γυρίνοι του είναι πολύ μικροί: όταν, ύστερα από περίπου 3 μήνες τελειώσει η μεταμόρφωση, οι καινούργιοι φρύνοι εγκαταλείπουν το νερό και κρύβονται κάτω από φύλλα και πέτρες· με την πρώτη βροχή αφήνουν το καταφύγιό τους για να αναζητήσουν την τροφή τους. Ο φρύνος κινδυνεύει από λίγα ζώα επειδή οι ουσίες που εκκρίνουν οι διάφοροι αδένες του σώματος του προκαλούν έντονο κάψιμο στις βλεννογόνους του στόματος και ασκούν παραλυτική δράση.
Ο κοινός φρύνος είναι διαδεδομένος στην Ευρώπη –εκτός από την περιοχή που βρίσκεται στα Β του 60° παραλλήλου– στη βορειοδυτική Αφρική και στην Ασία, μεταξύ περίπου 50° και 30° γεωγραφικού πλάτους. Έχει εσπερόβιες και νυχτόβιες συνήθειες. Η τροφή του αποτελείται κυρίως από έντομα και τις προνύμφες τους, σκουλήκια και σαλιγκάρια, τα οποία συλλαμβάνει τινάζοντας προς τα έξω την ιξώδη γλώσσα του. Ο φρύνος μπορεί να παραμείνει χωρίς τροφή για πολύ καιρό και αυτό του επιτρέπει να βρίσκεται σε νάρκη, χωρίς δυσάρεστες συνέπειες, τους χειμερινούς μήνες. Είναι σχετικά μακρόβιος· μπορεί να ξεπεράσει την ηλικία των 35 ετών. Άλλα 2 συγγενικά είδη που συναντώνται στην Ευρώπη, είναι ο φρύνος ο καλαμίτης (bufo calamita) και ο φ. ο πράσινος (bufo viridis) και οι 2 λίγο μικρότεροι από τον κοινό φρύνο. Ο πρώτος, εξαιτίας του περιβάλλοντος στο οποίο ζει, ονομάζεται και φρύνος των βούρλων. Το άνουρο αυτό ονομάζεται επίσης και δρομέας επειδή, έχοντας τα οπίσθια άκρα λίγο ανεπτυγμένα, δεν μπορεί να πηδάει και κατά συνέπεια μετακινείται βαδίζοντας ή και τρέχοντας.
Το αμφίβιο φρύνος ο κοινός είναι ιδιαίτερα διαδεδομένος στην Ευρώπη (φωτ. ΑΠΕ) .
Ο πράσινος φρύνος (bufo viridis), ο οποίος ονομάζεται έτσι από τις πράσινες βούλες που έχει σε όλη τη ράχη του.
* * *οι, Νζωολ. παλαιότερη ονομασία οικογένειας άνουρων αμφιβίων.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. phrynidae < φρύνος / φρύνη].
Dictionary of Greek. 2013.